Νότια Κρήτη
Ένα κερί… στην Αγία Αικατερίνη του Σινά
Φωτογραφίες: Μανώλης Ντρετάκης
Μετά από διαβουλεύσεις, έντονες παρασκηνιακές πιέσεις και εσωτερικές συζητήσεις που διήρκεσαν ώρες, οι μοναχοί της ιστορικής Μονής της Αγίας Αικατερίνης στο Όρος Σινά στην Αίγυπτο, αποφάσισαν να άρουν την απόφαση απομόνωσης και να ανοίξουν ξανά τις πύλες του μοναστηριού για τους πιστούς και τους επισκέπτες.
Η εξέλιξη αυτή έρχεται λίγες ώρες αφότου η Μονή είχε αιφνιδιαστικά κλείσει, με τους μοναχούς να επιλέγουν την πλήρη απόσυρση από κάθε επαφή με τον έξω κόσμο, σε ένδειξη σιωπηρής διαμαρτυρίας για την πρόσφατη απόφαση αιγυπτιακού δικαστηρίου, η οποία αφορά τη δέσμευση της ακίνητης περιουσίας του μοναστηριού.

Με αφορμή τις εξελίξεις που φέρνουν στο επίκεντρο και στη σκέψη όλων μας, την Μονή -σύμβολο της Ορθοδοξίας, επισκεπτόμαστε νοερά την περιοχή, όπου ταξίδεψαν τον Μάϊο του 2024 μέλη των Ορειβατικών Συλλόγων Ηρακλείου & Μοιρών, ανάμεσα τους και ο δάσκαλος του Δημοτικού Σχολείου Πετροκεφαλίου, Μανώλης Ντρετάκης, από το φωτογραφικό φακό του οποίου είναι τα ενσταντανέ που δημοσιεύουμε.
Η λεμονιά

Οι Κρητικοί επισκέπτες που συνάντησαν κι έναν συντοπίτη τους μοναχό, τον πατέρα Μιχαήλ από την Ιεράπετρα, ανταπέδωσαν τη φιλοξενία κεντρίζοντας μια λεμονιά στον κήπο του φρουριακού τύπου μοναστηριού που αποτελεί “μια όαση στην έρημο” και διαθέτει από τις μεγαλύτερες και σημαντικότερες συλλογές σε εικόνες και κώδικες.
Κεντριστές ο Νίκος Ρομπογιαννάκης που κατάγεται από το Ζαρό και είναι ο ιδιοκτήτης της ομώνυμης εταιρίας ηλεκτρικών ειδών στο Ηράκλειο και ο Γρηγόρης Καραντινάκης με καταγωγή από τα Καστελλιανά που βρίσκονται κοντά στον Τσούτσουρα.
Από Ιεράπετρα
Στους οπωρώνες που βρίσκονται έξω από τα τείχη της Μονής υπεύθυνος είναι ο π. Μιχαήλ που κάποτε, ο ίδιος ήταν καλλιεργητής με θερμοκήπια στην Ιεράπετρα, πριν τα εγκαταλείψει όλα για να ακολουθήσει το δρόμο του Θεού που τον οδήγησε μακριά από την Κρήτη, στο όρος Σινά…

Μνημείο
Η Μονή ιδρύθηκε από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό τον 6ο αι. και αποτελεί μία από τις σημαντικότερες μονές του χριστιανικού κόσμου. Προστατεύεται από την UNESCO μιας και θεωρείται μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς. Η Μονή της Αγίας Αικατερίνης στο όρος Σινά (ή Μονή Θεοβαδίστου Όρους Σινά) πιστεύεται ότι είναι από τα παλαιότερα χριστιανικά μοναστήρια στον κόσμο με συνεχή λειτουργία.
Το κτίριο της Τράπεζας της Μονής κατασκευάστηκε στις αρχές του 13ου αιώνα και κοσμείται με τοιχογραφίες, οι οποίες φιλοτεχνήθηκαν από τον 13ο έως και τον 16ο αιώνα.
Η βιβλιοθήκη της Μονής είναι η δεύτερη μεγαλύτερη μετά από αυτή του Βατικανού. Περιλαμβάνει περίπου χιλιάδες χειρόγραφα, εκ των οποίων τα 2.319 είναι στα ελληνικά. Η συλλογή καλύπτει ένα φάσμα γλωσσών και πολιτισμών: ελληνικά, αραβικά, γεωργιανά, συριακά, αρμενικά, λατινικά. Τα έργα δεν περιορίζονται σε θεολογικά κείμενα — περιλαμβάνουν φιλοσοφία, επιστήμες, γραμματική, ακόμη και λογοτεχνία, όπως κωμωδίες του Μολιέρου.
Πάπυροι, κώδικες και εγχειρίδια της πρωτοχριστιανικής περιόδου και σπάνιες εικόνες του 5ου-6ου αιώνα είναι μεταξύ των κειμηλίων του μοναστηριού.

Οι εξελίξεις
Αντιμέτωπη με την επίκληση εκ μέρους του Καΐρου της δικαστικής απόφασης που στερεί από τη Μονή της Αγίας Αικατερίνης του Σινά την κυριότητα στα περιουσιακά στοιχεία που κατέχει εδώ και αιώνες, βρίσκεται η Ελλάδα, η οποία αποστέλλει ειδική ομάδα τεχνοκρατών για συνομιλίες, ώστε να διαπιστωθεί ποιες είναι οι προθέσεις του Καΐρου και να ζητήσει να γίνει σεβαστή η συνεννόηση που είχε προηγηθεί για εξωδικαστικό διακανονισμό. Σύμφωνα με τον σχεδιασμό εάν απαιτηθεί θα μεταβεί στο Κάιρο και ο Υπουργός εξωτερικών Γ.Γεραπετρίτης ώστε σε ανώτερο πολιτικό επίπεδο είτε να επιχειρηθεί να ξεπερασθούν τα εμπόδια στην διαπραγμάτευση είτε να επικυρωθεί οριστικά και επίσημα η όποια νέα συνεννόηση.
Στο τρίτο άρθρο του διακανονισμού αυτού αναγνωριζόταν η ιδιοκτησία της Μονής: «Τα μέρη συμφωνούν ότι, σύμφωνα με την εγγραφή του Μοναστηριού της Αγίας Αικατερίνης στη Λίστα Παγκόσμιας Κληρονομιάς, το Μοναστήρι, τα κτίριά του, τα οικόπεδά του, οι εκκλησίες και τα συναφή κτίρια που αναφέρονται στο συνημμένο και υπογεγραμμένο έγγραφο από τα μέρη αποτελούν ιδιοκτησία του Μοναστηριού που ανήκει στο Ελληνορθόδοξο Δόγμα».








