Νότια Κρήτη

Μερικές παρατηρήσεις για τη Μεσαρά και τον Κόφινα

Μερικές παρατηρήσεις για τη Μεσαρά και τον Κόφινα

Γράφει ο Πελαντάκης Θεόδωρος

A-
A+
21/08/2019 | 10:29

Από το χωριό μου, ΚΡΥΑ ΒΡΥΣΗ, του Δήμου Αγίου Βασιλείου, (υψόμετρο 505μ.) φαίνεται μεγάλο μέρος της πεδιάδας της Μεσαρές και ο Κόφινας. Στη ρίζα του Κέδρους είναι το χωριό μου, που προσέλκυσε σε δύσκολες εποχές άλλα πλησιόχωρα χωριά – οικισμούς: Κάτω Κέρας, Αγία Κυριακή, Άγιος Αντώνιος, Κλαπατάς, με τα οποία συνενώθηκε.

Η ασφάλεια του Κέδρους προσέλκυσε, πράγμα σήμερα απίστευτο, μερικούς κατοίκους της Μεσαρές, ιδίως του Τυμπακίου, να επιδιώξουν στενούς δεσμούς με το χωριό μας (προξενιά, γάμοι, κουμπαριές, βαπτίσεις). Με τους δεσμούς αυτούς πετύχαιναν και αμοιβαία ασφάλεια στις εύκολες αλλά και συνήθως δύσκολες εποχές όπως Βενετοκρατία, Τουρκοκρατία.

Θα σας διαβάσω ένα ριζίτικο τραγούδι για το θρυλικό βουνό Κέδρος:

(Το τραγούδι προέρχεται από το χωριό Μουρνέ Αγίου Βασιλείου):

Τρία βουνά μαλώνουνε κι είναι να σκοτωθούνε,

το Κέντρος και το Σφακιανό κι ο Γέρο Ψηλορείτης.

Κι εμήνυσενε το μικιό στ’ άλλα τα δυο μεγάλα:

Μη με μαλώνετε, βουνά, με μη κακοκαρδάτε,

γιατί ’χω βρύσες εκατό και μια στη βορεινάδα,

που τρέχει αθάνατο νερό.

Ακούστε τώρα και μια λαϊκή παράδοση για την πηγή με το αθάνατο νερό στο Κέδρος:

(Η παράδοση προέρχεται από το χωριό Κισσός Δήμου Αγίου Βασιλείου). «Μια φορά ένας έκανενε χωράφι και το μεσημέρι έκατσενε να φάει. Εβάστανε στο βουργίδι-ν του κολιούς (αποξηραμένα ψάρια) και τσοι βάνει μέσα στο νερό για ν’ απαλύνουνε, και μια στιγμή ξανοίγει και δε θωρεί κιανένα, και τότεσάς λέει: Ανάθεμά του για νερό και να βουλιάξει να χαθεί. Από τοτεσάς το νερό εβούλιαξενε κ’ εχάθηκενε και λένε ότι ήτανε τ’ αθάνατο νερό. Και σήμερο ακόμη ψάχνουνε να το βρούνε, μα δεν το βρίχνουνε». (Πελαντάκης, 1980, σ. 62).

Αρκετά όμως γα το χωριό μου και για το Κέδρος.

Ας κατηφορίσουμε στη Μεσαρέ για να σας ανακοινώσω τις ονοματολογικές, φιλολογικές, μυθολογικές και βιωματικές παρατηρήσεις μου.

Διευκρίνιση: εμείς οι Αγιοβασιλιώτες έχουμε αυτή την παραγωγική κατάληξη –έ (αντί –ά ή ιά) σε πολλά ονόματα: η ελέ, η μουσμουλέ, η αμυγδαλέ, η κερασέ, η χαρουπέ, η Μουρνέ, η Κοξαρέ…

Χρησιμοποίησα επίτηδες αυτήν την «χωριάτικη» προφορά της λέξης για να θυμηθούμε το γλωσσικό ιδίωμα ή διάλεκτο της Κρήτης και να σας θυμίσω το καλύτερο βιβλίο που έχει γραφεί γι’ αυτήν από τον μη Κρητικό γλωσσολόγο – ερευνητή της Ακαδημίας Αθηνών τον Νικόλαο Κοντοσόπουλο. Έχει τον τίτλο: Γλωσσικός άτλας της Κρήτης. Θεωρείται αλάνθαστο βιβλίο, είναι εξαντλημένο από χρόνια, αλλά είναι καιρός να επανεκδοθεί, θα πρότεινα από τις πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, ειδικά τώρα που γίνεται προσπάθεια για διδασκαλία της Κρητικής διαλέκτου στο Πανεπιστήμιο.

Η πρώτη παρατήρηση αναφέρεται στις λέξεις Μεσαρέ – Μεσαρά: το όνομα ετυμολογικά προέρχεται από το επίθετο: ο μέσος και το ουσιαστικό τα όρη. Μέσος + όρη > Μεσαορία (δηλαδή χώρα – περιοχή ανάμεσα σε  όρη ευρισκόμενη): > Μεσαριά > Μεσαρά > Μεσαρέ. Άλλη απόδειξη για αυτήν την ετυμολόγηση της λέξης είναι η σημερινή ονομασία Μεσαορία της πεδιάδας ανάμεσα στον Όλυμπο και τον Πενταδάκτυλο της Κύπρου (σήμερα είναι στην τουρκοκρατούμενη περιοχή).

Και στο νησί των Κυκλάδων Άνδρος, η πεδινή περιοχή ανάμεσα σε δύο μικρά βουνά του νησιού λέγεται: Μεσαριά. Μεσαριά ονομάζεται και το χωριό αυτής της περιοχής. Το ίδιο και στην Κέρκυρα και στη Σαντορίνη, Μεσαριά. (Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς).

Ένας καλοδιαβασμένος πιθανόν να πει ότι το επίθετο μέσος γράφεται στον Όμηρο και στους τραγικούς ποιητές με –σσ. Ναι, αλλά για λόγους μετρικούς (ποιητική αδεία). Γράφεται λοιπόν η λέξη Μεσαρέ/Μεσαρά/Μεσαριά/Μεσαορία με ένα σ.

Όμως οι τουριστικοί χάρτες και τα ξενόγλωσσα (τουριστικά κυρίως) βιβλία μάς παραπλανούν και μας επηρεάζουν αρνητικά. Σωστά γράφεται και στα ξενόγλωσσα τουριστικά βιβλία – χάρτες με λατινικούς χαρακτήρες Messara. Αν γραφόταν Mesara, έπρεπε να την προφέρουν οι ξένοι: Μεζάρα (ανάλογο κάνουν στη λ. μουσακά – μουζάκα…

Απαραίτητο είναι να γράφεται στους χάρτες σε πινακίδες -επιγραφές ή όπου είναι απαραίτητο, σωστά στα ελληνικά Μεσαρά (με ένα –σ) και σωστά ξενόγλωσσα με λατινικούς χαρακτήρες Messara (με δύο s).

Ανάλογη αιτιολόγηση έχει η σωστή γραφή της λ. βρύση και Βρύσες – Vrisses. Το σωστό είναι να γράφονται οι λέξεις: Βρύση –Βρύσες (με ένα –σ στα Ελληνικά) και BryssiBrysses (με δύο –ss) στα ξενόγλωσσα.

Άλλη παρατήρηση: Η οροσειρά των Αστερουσίων είναι μεγαλόπρεπη και έχει αυτήν την ονομασία από την αρχαιότητα, όπως μας πληροφορεί ο Στέφανος Βυζάντιος, (Εθνικά, 139).

Η πληροφορία αυτή θα έχει ήδη αναφερθεί σε πολλές ανακοινώσεις για τα Αστερούσια και χαίρομαι, επειδή σε αυτό το συνέδριο θα γίνει σε λίγο ανακοίνωση για την «Ινδική Αστερουσία, πόλη κοντά στον Καύκασο, αποικία των Κρητών της Μεσαράς – Αστερουσίων».

Όσο και να φανεί παράξενο, εμείς από ψηλά έχουμε υποκαταστήσει το όνομα του πανάρχαιου βουνού Αστερούσια συνεκδοχικά με το όνομα της κορυφής του: Η κορυφή της οροσειράς των Αστερουσίων, είναι μεγαλοπρεπής και όπως την παρατηρούμε από μακριά από τα χωριά μας, μοιάζει με πελώριο αναποδογυρισμένο κοφίνι. Έτσι έχουμε την ετυμολόγηση: κόφα > κοφίνι > κοφινάκι > κόφινος > κόφινας (με μεγεθυντική κατάληξη γένους αρσενικού). Αυτό συντέλεσε να «κλέψει», να  υποκαταστήσει το όνομα της οροσειράς των Αστερουσίων η κορυφή της που μοιάζει με πελώριο αναποδογυρισμένο κοφίνι.

Όποιος είχε την τύχη να δει βραδάκι, μέρες πανσέληνου, το φεγγάρι να ανατέλει από τον Κόφινα, αποκλείεται να ξεχάσει αυτή τη λάμψη και δυσπερίγραπτη ομορφιά του φεγγαριού δίπλα στην κορυφή Κόφινας.

Δεν γνωρίζω αν από την περιοχή μας κάμαμε παρετυμολόγηση σχετικά με τη λέξη Κόφινας. Ευτυχώς, ο φίλος Ζαχαρίας Σμυρνάκης θα φωτίσει το θέμα με την ανακοίνωσή του στο παρόν συνέδριο την προσεχή Κυριακή.

Ας πάμε όμως σε άλλη παρατήρηση σχετικά με το θέμα μας:

Στον μεγαλύτερο στο μήκος ποταμό της Κρήτης, τον Γεροπόταμο, που απλώνεται στη Μεσαρά σε μήκος περίπου 60 χιλιόμετρα ο ποταμός πηγάζει από τα χωριά του Μονοφατσίου: Κάτω Μούλια και Διονύσι και το όρος Ντάγα. Με παραπόταμους μαζεύει τα μη απορροφώμενα νερά της βροχής από όλη την πεδιάδα από τη βόρεια πλευρά των Αστερουσίων και τη νότια και ανατολική πλευρά του Ψηλορείτη. Από τον Βωριανό παραπόταμο και από τον Μάγερο, επίσης παραπόταμο, τα νερά από το ιερό βουνό Ίδη μεταφέρονται στον κόλπο της Μεσαράς, κοντά στο Τυμπάκι. Στο οροπέδιο της Νίδας, λίγο χαμηλότερα από το Ιδαίον Άντρον, λιμνάζουν νερά το χειμώνα και φεύγουν από καταβόθρες – βουλήσματα τα λένε οι βοσκοί, προς Βορά και προς Νότο.

Έχουμε σε όλη την Ελλάδα άλλον ένα Γεροπόταμο, στη βόρεια πλευρά του  Ψηλορείτη, που εκβάλλει κοντά στο Πάνορμο του Ρεθύμνου, στον Δήμο Μυλοποτάμου.

Κατά την άποψή μου, τόσο ο Γεροπόταμος του Ρεθύμνου, όσο και ο Γεροπόταμος της Μεσαράς πήραν το όνομα τους από την ίδια αιτία: δέχονται και οι δυο ποταμοί νερά από το ιερό βουνό, την Ίδη, το οποίο βουνό «καθιέρωται», δηλαδή έχει γίνει στη συνείδηση των αρχαίων ιερό όρος, επειδή έχει το Ιδαίον Άντρον. Εκεί, κατά την αρχαία ελληνική μυθολογία ανατράφηκε ο Κρηταγενής Δίας και ο χώρος αυτός ήταν επί πολλούς αιώνες σημαντικός τόπος προσκυνήματος και καθαρμών –μύησης, γι’ αυτό  και είχε επισκέψεις προσκηνητών μέχρι τον 6ο μ.Χ. αιώνα. (Πελαντάκης, 2006, σελ. 75).

Ο Γιάννης Σακελλαράκης (Μυλοπόταμος, 2006, τομ. Α’, σελ. 65) υποστηρίζει ότι το Ιδαίον Άντρον αντιπροσωπεύει όλη την προϊστορική και ιστορική περίοδο της Κρήτης.

Εδώ θα ήταν πιθανόν, κατά τον Γιάννη Σακελλαράκη, (Σακελλαράκης 2006 Α’, σελ. 140) ο «στορνύμενος» (=στολιζόμενος) κάθε έτος θρόνος του Δία, τον οποίο θρόνο είδε ο Πυθαγόρας, το ίδιο και ο Πλάτων, πριν γράψει τους Νόμους και την ιδανική Πολιτεία του.

Καλό είναι να θυμηθούμε ότι σε όλες τις θρησκείες του κόσμου υπάρχουν ιεροί τόποι προσκυνήματος. Η Καλυβιανή, η Τήνος, η Πάτμος, ο Ταξιάρχης στη Λέσβο, οι Άγιοι Τόποι των Χριστιανών (Βηθλέεμ, Σπήλαιο Γέννησης, Ναός της Ανάστασης), η Ακρόπολη των Αθηνών οι ιεροί Λόφοι των Ίνκας και των Αζτέκτων στη Ν. Αμερική, ο ποταμός Γάγγης στους Ινδούς από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. (P. Faure, 1996) είναι ιεροί τόποι προσκυνήματος. Πολλοί τέτοιοι τόποι συνδυάζονται και σήμερα με βάπτισμα στο νερό, π.χ. στον Ιορδάνη ή στον Γάγγη ποταμό.

Αναφέρω τα ονόματα των αρχαίων συγγραφέων που έγραψαν για το Ιδαίον Άντρον: Ησίοδος, Όμηρος, Πίνδαρος, Ευριπίδης, Πλάτων, Θεόφραστος, Ξενίων, Ιάμβλιχος, Πορφύριος, Αθήναιος, Καλλίμαχος ο Κυρηναίος, Στράβων, Απολλώνιος ο Ρόδιος, Διογένης ο Λαέρτιος, Άρατος, Διόδωρος ο Σικελιώτης,  Απολλόδωρος ο Αθηναίος, Αντωνίνος Λιβεράλις, Μάξιμος ο Τύριος, Νόννος, ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Ευστάθιος και το Μέγα Ετυμολογικόν. Από τους λατίνους συγγραφείς αναφέρουν το Ιδαίον οι Vergilius, Plinius, Solinus, Ovidius, Catulus, Statius, Quintus Serenus Claudius, Tacitus. Οι αρχαιολογικές ανασκαφές επιβεβαιώνουν συνεχώς τις πληροφορίες των αρχαίων συγγραφέων για το σπήλαιο και τη σημασία του ως χώρου λατρείας, μύησης, κάθαρσης και προσφοράς αναθημάτων. Στην περίφημη επιγραφή της Γόρτυνας, η οποία χρονολογείται στον 6ο αιώνα π.Χ., αναφέρεται η λατρεία στο Ιδαίον Άντρον. Υπενθυμίζω ακόμη ότι το νερό, βασικό στοιχείο της ζωής και του οργανισμού όλων των έμβιων όντων, είναι συστατικό στοιχείο της λατρείας όλων των αρχαίων θρησκειών της Μεσογείου και του μουσουλμανικού κόσμου. (Θ. Πελαντάκης, 2006, Μυλοπόταμος – Αυλοπόταμος – Γεροπόταμος, τομ. 7, σελ. 76). Γι’ αυτό υποστηρίζω ότι από τα νερά των καθαρμών επί αιώνες στο Ιδαίον Άντρον, που από το οροπέδιο της Ίδης > Νίδας καταλήγουν στους προαναφερθέντες ποταμούς, πήραν και οι δυο ποταμοί το όνομα: Γεροπόταμος.

Είπαμε ότι η λέξη Ίδη, (που σημαίνει δάσος), «καθιέρωται» από την αρχαιότητα. Ως ψηλό, το ψηλότερο όρος της Κρήτης πήρε το όνομα  Ψηλορείτης. Από πολλές δεκαετίες λέγεται κυρίως από λυράρηδες – μαντιναδολόγους: Γέρο Ψηλορείτης και στη μνήμη μας εύκολα έρχονται μαντινάδες, σχετικές, όπως «θα πάρω δρόμο ν’ ανέβω στο Γεροψηλορείτη/να μου βγορίσουν τα Χανιά κι ολόκληρη η Κρήτη».

Καλό είναι να ξέρουμε ότι αυτό το προσηγορικό Γέρο στο ψηλότερο βουνό της Κρήτης προήλθε από το επίθετο ιερός > γέρο, επειδή ολόκληρος ο ορεινός όγκος της Ίδης «καθιέρωται» (Διόδωρος Σικελιώτης, v, 70, 1-6) στη συνείδηση των αρχαίων Ελλήνων, από την πίστη ότι εκεί ανατράφηκε ο Δίας, ο πατέρας των θεών και των ανθρώπων, κατά τον  Όμηρο. «Ζευς πατήρ ανδρών τε θεών τε».

Η λέξη ιερός γίνεται-μετατρέπεται γερο- σε πολλές λέξεις, όπως Ιεράπετρα – Γεράπετρα, Ιέραξ – γεράκι – Ιερακάρης – Γερακάρης,  Γερακάρι, Ιερώνυμος – Γερώνυμος.

Τώρα περνούμε σε παρατήρηση βιωματική: Παλιές και αξέχαστες είναι οι μνήμες με τους ευσεβείς Μεσαρίτες που πήγαιναν καβάλα στα υπομονετικά τετράποδά τους για προσκύνημα στη Μονή Πρέβελη, την παραμονή του Τιμίου Σταυρού κάθε χρόνο. Ήταν ένα ζωντανό πολύχρωμο κομβόι που, αποτελούμενο, από δεκάδες ή και εκατοντάδες προσκυνητές, προχωρούσε από την άκρη του αυτοκινητόδρομου, αλλά με ιδιαίτερη προτίμηση στα μονοπάτια, που είχαν χαραχθεί από τη μινωική εποχή προς το Ρέθυμνο. Λοξοδρομώντας κατευθυνόταν προς τη χάρη του Τιμίου Σταυρού και του Άη Γιάννη στο ιστορικό μοναστήρι του Πρέβελη. Ύστερα  από δύο μέρες αυτή την ευλαβική συντροφιά, υπομονετικά πάνω στα ζώα επέστρεφε προς τα χωριά της Μεσαράς και των Αστερουσίων έχοντας κρεμάσει στο ζώο τους κλαδιά δάφνης, ως είδος δαφνοφόρας επιβράβευσης για το τάμα – προσκύνημα, αλλά και ως μυρωδικό για να ευωδιάζει η κουζίνα και το σπίτι τους.

Περνούμε σε άλλη παρατήρηση:

Εκτός από το ανταλλακτικό εμπόριο με τη Μεσαρέ σε σχέση με το χωριό μου: (παίρναμε σιτάρι – κριθάρι δίδοντας λάδι), μερικοί χωριανοί μου εργαζόταν στον θερισμό των δημητριακών της Μεσαράς, που ήταν ο σιτοβολώνας της Κρήτης μέχρι το 1960 περίπου. Οι θερίστρες συνοδεύονταν απαραίτητα από συγγενικό τους πρόσωπο, που δούλευε ως κουβαλητής των δεματιών των δημητριακών. Η πληρωμή γινόταν με σιτάρι ή κριθάρι. Οι πολύ νέοι και νέες είχαν τη δυνατότητα – αντοχή να κάμουν τρεις «θεριστικές» κάθε χρόνο: την πρώτη στη Μεσαρά από τα μέσα, περίπου, του Μάη, τη δεύτερη στο χωριό μας, από τα μέσα του Ιούνη περίπου, και μια ακόμη στη Γιους τον Κάμπο, οροπέδιο ανάμεσα σε Κισσό – Σπήλι και Γερακάρι, κατά τον Αύγουστο μήνα.

Παρατήρηση από τη σημερινή διάσχιση όλης της Μεσαρές με αυτοκίνητο για να φτάσουμε στο Χάρακα και Μεσοχωριό, τόπο του συνεδρίου: όλη σχεδόν η πεδιάδα είναι κατάφυτη από ελιές, που με το αειθαλές φύλλωμά τους πρασινίζουν την περιοχή και με το ευλογημένο λάδι τους δίδουν εισόδημα στους καλλιεργητές Μεσαρίτες. Ίσως εδώ με τα ελαιόδενδρα σχηματίστηκε ο μεγαλύτερος τεχνητός, πνεύμονας πρασίνου όχι μόνο σε όλη την Κρήτη, αλλά και πολύ πιο πέρα.

Περνούμε τώρα στην πρώτη γνωριμία μου με τη Μεσαρέ, που έγινε το έτος 1951. Ήμουν μαθητής της Ε’ Δημοτικού. Μαζί με μαθητές από την Ορνέ και από τις Μέλαμπες οι αξέχαστοι δάσκαλοί μας οργάνωσαν εκπαιδευτική εκδρομή. Τα δύο λεωφορεία, αν τα πεις λεωφορεία, έκαναν πρώτη στάση στην Αγία Γαλήνη. Εκεί είδα από κοντά, για πρώτη φορά, τη θάλασσα και δοκίμασα την αλμυρή γεύση του νερού της.

Η δεύτερη στάση της εκδρομής ήταν στο Τυμπάκι, που ήταν στρατοκρατούμενη περιοχή. Είχα ακούσει πολλά για την περιοχή του από χωριανούς μας που ήταν αναγκασμένοι να πηγαίνουν για 15ήμερη απασχόληση, σε όλη τη διάρκεια της κατοχής, στα λεγόμενα «έργα», δηλαδή καταναγκαστικά έργα για άντρες των γύρω χωριών, με κυριότερο έργο τη δημιουργία του στρατιωτικού αεροδρόμιου του Τυμπακίου. Οι συνθήκες εργασίας ήταν άθλιες και οι εξευτελιστικοί από τους Γερμανούς ραβδισμοί σε ημερήσια διάταξη. Άθλιες και οι συνθήκες διατροφής και διαμονής σε αντίσκηνα. Και αλοίμονο σ’ αυτόν που τολμούσε να δραπετεύσει από το στρατόπεδο των Γερμανών.

Είχα «γνωρίσει» ακόμη την περιοχή Τυμπακίου από τις φοβερές εκρήξεις που κάθε απόγευμα του 1946, ακουόταν και στο χωριό μας. Ήταν από την καταστροφή των Γερμανικών ναρκών από Έλληνες στρατιώτες του Μηχανικού για να προλάβουν θανατηφόρα δυστυχήματα για παιδιά και ενήλικες της περιοχής.

Σημειώνω ότι τις νάρκες αυτές τις άφησαν ενεργές επίτηδες οι Γερμανοί ναζιστές, για να σκοτωθούν και άλλοι Έλληνες από περιέργεια ή άγνοια. Οι ίδιοι ναζιστές επίσης ανατίναξαν τις όποιες εγκαταστάσεις είχαν κάμει με την καταναγκαστική δουλειά Ελλήνων στην Αγία Γαλήνη. Επίσης, ανατίναξαν σε όλη την Κρήτη κατά τη σύμπτυξη των Γερμανικών στρατευμάτων στα Χανιά, το φθινόπωρο του 1944,  τις γέφυρες που με ιδρώτα Ελλήνων είχαν χτιστεί, για να κάμουν στους Έλληνες τη ζωή δύσκολη, πράγμα που πέτυχαν απόλυτα.

Όταν σταματήσαμε στο Τυμπάκι, μας προκάλεσε έκπληξη η απλοχωριά, η ατέλειωτη πεδιάδα της Μεσαρές και η ανυπαρξία πετρών και βράχων. Ούτε ίχνος πλαστικού υπήρχε τότε σε όλη την πεδιάδα. Άλλη στάση φρόντισαν οι μακαριστοί δάσκαλοί μας να κάμουμε στις αρχαιότητες της Φαιστού, για να πάρουμε την πρώτη γεύση του αρχαίου πολιτισμού των προγόνων μας.

Στις Μοίρες είδαμε από κοντά το φημισμένο παζάρι και εκπλαγήκαμε από το πλήθος των συγκεντρωμένων ανθρώπων και ζώων.

Στη Γεωργική Σχολή της Μεσαράς, τον Αμπελούζο, που όπως ο φίλος Κωστής Παπαδάκης τόνισε στην ανακοίνωσή του, ιδρύθηκε από έναν φωτισμένο Αγιοβασιλειώτη, τον  Βασίλειο Μαρκάκη, Μητροπολίτη Κρήτης, είδαμε εγκαταστάσεις και καλλιέργειες πρωτότυπες και πρότυπες για νέους και νέες της περιοχής που εκπαιδεύονταν στις γεωργικές ασχολίες.

Εκεί, σε κατάλληλο χώρο, ανοίξαμε τα βουργιαλάκια μας για να γευτούμε τα καλούδια που είχαν ετοιμάσει οι μητέρες μας. Αξέχαστες και αξιομνημόνευτες στιγμές… Το απόγευμα βρεθήκαμε στη Γόρτυνα και εμάθαμε για τις αρχαιότητες και για τον περίφημο ναό του Αγίου Τίτου.

Είδαμε ακόμη και την βουστροφηδόν γραφή στην περίφημη επιγραφή της Γόρτυνας, 6ου αι. π.Χ.

Μαγεμένοι από το περιβάλλον, την πεδιάδα και τα χίλια όσα είδαμε και ακούσαμε, πήραμε το δρόμο της επιστροφής προς τα χωριά μας. Περνώντας από το Τυμπάκι και την εκκλησία του Αγίου Τίτου εμάθαμε ότι «ο μεγαλύτερος νοικοκύρης του Τυμπακίου είναι ο Άγιος Τίτος».

Με αυτή τη δυσνόητη και αινιγματική πληροφορία ολοκληρώνω τις παρατηρήσεις μου για τη Μεσαρέ και τα Αστερούσια, τα φημισμένα κάποτε για τους πολλούς ποιμενικούς οικισμούς και το Αγιοφάραγγό τους και που έκαμαν πολύ σωστά οι οργανωτές σύλλογοι να πραγματοποιήσουν τα δύο τοπικά συνέδρια για την ανάδειξη της περιοχής, ως προϋπόθεση για την ανάπτυξή της «με λογισμό και με όνειρο», όπως θάλεγε ο Σολωμός.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

  1. Paul Faure (ή Παύλος Φωράκης). Ιερά σπήλαια της Κρήτης, μετάφραση Σ. Καμάρης, Ηράκλειο, 1996.
  2. Γιάννης Σακελλαράκης, 2006: Με αφορμή κάποια λείψανα επίπλων στο Ιδαίον Άντρον, Πρακτικά Διεθνούς Συνεδρίου για τον Μυλοπόταμο, Ρέθυμνο 2006, τευχ. 3, σελ. 127-181.
  3. Θεόδωρος Πελαντάκης, 2006, Αυλοπόταμος – Μυλοπόταμος – Γεροπόταμος, Πρακτικά διεθνούς συνεδρίου: ο Μυλοπόταμος από την αρχαιότητα ως σήμερα, Ρέθυμνο 2006, τομ. 7, σ. 71-80.
  4. Θεόδωρος Πελαντάκης, 1980: Τα ολοκαυτωμένα χωριά του Κέδρους (συλλογική εργασία), Αθήνα, 1980.
  5. Νικόλαος Κοντοσόπουλος, 1960: Γλωσσικός άτλας της Κρήτης, Ηράκλειο 1960.

 

Πελαντάκης Θεόδωρος

Φιλόλογος