Νότια Κρήτη

Πρώτο βραβείο σε Διαγωνισμό Ποίησης για τον Αποστόλη Παυλίδη

Πρώτο βραβείο σε Διαγωνισμό Ποίησης για τον Αποστόλη Παυλίδη

Τα ποίημα που βραβεύτηκαν ήταν τα "Μένω πιστός στον Τόπο μου" και "Φύσα Βοριά".

A-
A+
31/01/2024 | 13:17

Δύο ποιήματα του γνωστού Μεσαρίτη με μικρασιάτικες ρίζες, Αποστόλη Παυλίδη, γεωπόνου και μέλους του Ορειβατικού Συλλόγου Μοιρών, απέσπασαν το 1ο βραβείο Κοινωνικής Ποίησης στον 12ο Διεθνή Διαγωνισμό Ποίησης της “Αμφικτυονίας Ελληνισμού”.

Η “Αμφικτυονία Ελληνισμού” είναι ένας πολιτιστικός και κοινωνικός φορέας με έδρα τη Θεσσαλονίκη, που διοργάνωσε τον σχετικό διαγωνισμό με ελεύθερο θέμα.

Τα ποιήματα των συμμετεχόντων στο διαγωνισμό τυπώθηκαν σε ένα καλαίσθητο τόμο, αφιερωμένο στον αείμνηστο συνθέτη Μίμη Κουγιουμτζή, που στάλθηκε στους δημιουργούς τους, καθώς και σε βιβλιοθήκες της Ελλάδος και του απόδημου ελληνισμού. Πολλά συγχαρητήρια στον μεσαρίτη δημιουργό των δύο ποιημάτων για τη διάκριση που απέσπασε και να του ευχηθούμε καλή συνέχεια στη συγγραφή, καθώς το πηγαίο ταλέντο για όσους τον γνωρίζουν είναι δεδομένο!

Διαβάστε παρακάτω τα δύο ποιήματα που βραβεύτηκαν με το Α΄ βραβείο Κοινωνικής Ποίησης στον 12ο Διεθνή Διαγωνισμό Ποίησης της Αμφικτυονίας Ελληνισμού.

Μένω πιστός στον τόπο μου.

-Πε μου Δεντρί τσι ρίζες σου και πως τσι νταγιαντίζεις,

πως δε ζηλεύγεις τω Πουλιώ και τω ταξιδευτάδω,

που ξαποσταίνουν στα κλαδιά και στο δροσασκιανό σου

και τραγουδούν ψιθυριστά είντα ‘χουνε θωρώντας

κι ανιστορούν κι αναπολούν τσ’ ήλιους και τα φεγγάρια

κι ύστερα φεύγουν μακριά σε ξένους τόπους άλλους,

μα Συ ‘χεις τούτα τα δεσμά στο χώμα φυτεμένα

και καρτερείς αμοναχό….

– Α λείπασι οι ρίζες μου, τούτανε τα χαράκια,

θα ‘χαν μισέψει ‘πο καιρού στση θάλασσας το κύμα

και τότεσας μήτε πουλιά, μήτε ταξιδευτάδες

θα μπόρου να διαβαίνουσι από ‘τουσας τσι τόπους!

απηλογήθη το Δεντρί.

“Ατσέλεγας”

Φύσα βοριά.

Κυπαρισσόδεντρο ψηλό σε βράχο ριζωμένο

στο φρύδι δέτη φαραγγιού Βοριά τρελό κοντράρει.

Ορμά με μάνητα ο Βοριάς, φυσά δαιμονισμένα,

αρπά χαλίκια, τα πετά,κλάδους χοντρούς ραίζει.

άλλα δεντρά ξεστημονά και χάμω τα ξαπλώνει.

Όλα φοβούνται στο βουνό και κλαίνε και θρηνούνε

και προσκυνούνε το Βοριά μπλιο να καταλαγιάσει.

Μ’ αυτός φυσά ξαναφυσά κι ούλα τα ‘νεχουμίζει

και το Κυπαρισσόδεντρο θέλει να ξεριζώσει

γιατί αυτό δεν προσκυνά, δεν λέει παρακάλια.

Στέκει ορθό, περήφανο και με την κορυφή του,

που την κουνά δεξά- ζερβά, μηνύματα του πέμπει.

Φύσα Βοριά όσο μπορείς και τα χαλίκια παίρνε,

δεν σκιάζομαι και δεν δειλιώ γιατί ‘μαι ριζωμένο

σε βράχο απάνω και μπορώ ν’ αντέξω στο κακό σου.

Άρπαξε τα καρπούλια μου και σπείρ’ τα στο φαράγγι

Κυπαρισσόπουλα να βγουν, βράχια άλλα ν’ αγκαλιάσουν

π’ όσο περνούνε οι καιροί να βγουν ψηλά και κείνα.

“Ατσέλεγας”